Το σχόλιο και η κριτική του Διονύση Σιμόπουλου, διευθυντή του Ευγενιδείου Πλανηταρίου, Στο βιβλίο “Άστρο των Χριστουγέννων” (οδηγός παράστασης), Ίδρυμα Ευγενίδου, Αθήνα 2006, σελ. 4.
Εδώ και 35 ολόκληρα χρόνια, σχεδίαζα να γράψω κάποτε ένα πλήρες και ολοκληρωμένο βιβλίο για τη φύση του περίφημου «Άστρου των Χριστουγέννων». Συνεχώς όμως έβρισκα δικαιολογίες για να αναβάλλω μια τέτοια επίπονη διαδικασία δημοσιεύοντας αντ’ αυτού διάφορα άρθρα και συνεντεύξεις, παράγοντας τηλεοπτικές εκπομπές ή παραστάσεις για το Πλανητάριο πάνω σ’ αυτό το θέμα.
Έτσι με το πέρασμα των χρόνων η συγγραφή του περίφημου αυτού βιβλίου έμοιαζε, κατά κάποιον τρόπο, να έχει μετατραπεί στη δική μου «Ταορμίνα» που «για μένα θε να μένει του εξόριστου τ’ Ονείρου μου η Πατρίδα».
Κι όμως η αναβλητικότητα αυτή μου βγήκε τελικά σε καλό. Γιατί, ακόμη κι αν πετύχαινα να γράψω όλα όσα σχεδίαζα, και κάτι παραπάνω, ακόμη κι αν ξεπλήρωνα όλους τους στόχους που είχα θέσει για αυτό το βιβλίο, πάλι το αποτέλεσμα θα ήταν πενιχρότατο σε σύγκριση με το βιβλίο που έγραψαν δύο φίλοι καθηγητές αστροφυσικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών οι Στράτος Θεοδοσίου και Μάνος Δανέζης, Στα Ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ.-Αστρονομία-Ιστορία-Φιλοσοφία, Εκδόσεις Δίαυλος 2000, σελ. 732.
Γιατί δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι το βιβλίο αυτό των δύο συναδέλφων αποτελεί μια διεθνώς μοναδική μονογραφία στο θέμα που πραγματεύονται, παρόμοιας έκτασης και στα χνάρια που είχαν οι ίδιοι χαράξει πριν αρκετά χρόνια με τη δημοσίευση μιας άλλης, εξίσου σημαντικής και εμπεριστατωμένης, δίτομης μονογραφίας τους για τα Ημερολόγια: Η Οδύσσεια των ημερολογίων, πάλι από τις Εκδόσεις Δίαυλος.
Το βιβλίο αυτό των Θεοδοσίου-Δανέζη είναι αποτέλεσμα έξι χρόνων ερευνητικής εργασίας σε μια εμφανώς επίπονη προσπάθεια αναζήτησης της φύσης του άστρου, το οποίο όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος οδήγησε τους Μάγους στο μικρό «παιδίον» της Βηθλεέμ. Η περιπετειώδης αυτή διερεύνησή τους οδήγησε σιγά σιγά σε επιστημονικά πεδία εντελώς διαφορετικά από αυτά που αποτελούν το κύριο ερευνητικό αντικείμενο του επιστημονικού τους ενδιαφέροντος, αλλά που αποδείχτηκε ότι ήταν απαραίτητο να γίνει για την πληρέστερη διερεύνηση του αρχικού τους στόχου. Ως επιστήμονες και ερευνητές των θετικών επιστημών δεν ήταν δυνατόν άλλωστε να κατέχονται από εμμονές και δογματικές αλήθειες οποιουδήποτε τύπου, γι’ αυτό, το αποτέλεσμα που καταγράφεται στο βιβλίο τους δεν θα μπορούσε να είναι παρά μόνο μία έντιμη και αντικειμενική παρουσίαση όλων όσων αποκαλύφτηκαν από τη μακρόχρονη ερευνητική τους προσπάθεια. Δεν έχω καμιά αμφιβολία ότι ο στόχος τους αυτός ήταν σωστός και, κρινόμενος εκ του αποτελέσματος, ιδιαίτερα επιτυχής…